photo_1031_850692 - Αντιγραφή

 Της Στεύης Τσούτση.

Δε νιώθεις ασφαλής.
Συμπάσχω, ξέρεις. Ούτε κι εγώ νιώθω.
Κλείνουμε πόρτες και παράθυρα, αμπαρώνουμε τα σπίτια και τις περιουσίες μας.
Φοβόμαστε.
Και δεν έχουμε κι άδικο.
Παλιότερα τα σπίτια έμεναν ορθάνοιχτα χωρίς πρόβλημα. Θα μου πεις αυτή την εποχή εμείς δεν τη ζήσαμε παρά μόνο από περιγραφές. Αλλά υπήρξε.
Τώρα μας πιάνει πανικός και μόνο στην ιδέα να μην έχουμε διπλοκλειδώσει την εξώπορτα. Και μόνο στην ιδέα να έχουμε ένα μικρό, τοσοδούλικο παραθυράκι ανοιχτό.
Το λες κρίση κι εγκληματικότητα. Το λέω απανθρωπιά και βόλεμα.
Πάντα υπήρχε φτώχεια. Πάντα υπήρχαν άνθρωποι προνομιούχοι και λιγότερο προνομιούχοι. Μα δεν άπλωναν το χέρι να πάρουν κάτι που δεν ήταν δικό τους. Ή τουλάχιστον, καθώς ο κόσμος μας δεν είναι ιδανικά πλασμένος, δεν ήταν τόσοι πολλοί.
Τώρα δεν ξέρουμε από που να φυλαχτούμε.
Πέντε σπίτια στη γειτονιά το τελευταίο εξάμηνο. Και να πεις ότι είναι κανένα ακριβό προάστιο; Ούτε καν. Άνθρωποι του μεροκάματου που χρεώθηκαν για να φτιάξουν τα σπίτια τους. Ο γείτονας έκανε πέντε χρόνια να βάλει κουρτίνες. Δεν είχε ο άνθρωπος.
Μέσα σε ένα βράδυ του αδειάσανε κόπους μια ζωής. Μια χιλιομπαλωμένη τηλεόραση, ένα στερεοφωνικό, τον υπολογιστή του παιδιού.
Άπλωσαν έτσι απλά τα χέρια τους και τα πήραν. Χωρίς ντροπή, χωρίς φιλότιμο.
Ντρέπομαι εγώ. Και φοβάμαι, δε θα στο κρύψω.
Τρεις μέρες έμεινα να φυλάω μια άδεια από τις καλοκαιρινές διακοπές γειτονιά και σε κάθε θόρυβο πεταγόμουν πάνω.
Κι αυτό το κάνουν κι άλλοι.
Πόσο τρομακτικό είναι να μη νιώθεις ασφάλεια στο σπίτι σου; Να μην ξέρεις αν γυρνώντας από τη δουλειά σου θα τα βρεις όλα στη θέση τους;
Εγκαταστήσαμε πανάκριβους συναγερμούς που χρεωθήκαμε για να τους πληρώσουμε.
Βάλαμε σιδεριές σε πόρτες και παράθυρα και φυλακίσαμε τον ήλιο έξω από το σπίτι για να προστατευτούμε.
Κρύψαμε χρήματα σε στρώματα, κοσμήματα σε καταψύκτες κι ό,τι άλλο πολύτιμο είχαμε σκάψαμε και το παραχώσαμε στη γη.
Και κάπου εκεί παραχώσαμε και την αξιοπρέπεια και την τιμιότητα μας.
Φτωχός είσαι φίλε. Δεν είσαι κλέφτης.
Κι αν ζορίζεσαι, να ξέρεις ότι ζοριζόμαστε κι εμείς. Ότι παλεύουμε νύχτα μέρα για να πληρώσουμε τους λογαριασμούς και τα χρέη μας.
Αλλά δε σπάμε κλειδαριές να μπούμε σε ξένα σπίτια.
Κοιτάξου στον καθρέφτη και δες ποιος είσαι. Κι αρνήσου αυτό που σκέφτεσαι να γίνεις. Δε σου πάει. Δε σου πρέπει.
Δε σου μιλώ για σταυρούς στο χέρι.
Μιλώ για ανθρωπιά. Μιλώ για φιλότιμο.
Κι αν έφαγε η μούρη σου χώμα κι αν όλα σου πήγαν στραβά, στρώσου και δούλεψε. Ό,τι βρεις, για όσο βρεις. Και κάλυψε μία μία τις τρύπες σου. Κι αν δεν τα καταφέρνεις ζήτα βοήθεια. Κι ίσως να είναι ανοιχτοί οι ουρανοί για σένα και να σου δοθεί. Μην εκβιάσεις το άνοιγμα με λοστό και κατσαβίδια. Δεν κάνουμε δουλειά έτσι.
Αν ρωτάς για μένα, θα σου πω ότι δεν ηθικολογώ. Φορτώνομαι τα χρέη στην πλάτη μου και φιλώ κατουρημένες ποδιές για να τα καλύψω.
Ακόμη προσπαθώ. Και θα προσπαθώ μέχρι να κλείσω και την τελευταία τρύπα. Μέχρι να μπορώ να κοιτώ τους δανειστές και τους ευεργέτες μου κατάματα…
Και το σπίτι μου το φυλάω γιατί είναι το σπίτι μου κι όχι γιατί έχεις κάτι να πάρεις από εκεί μέσα, πέρα από τις φωτογραφίες των ανθρώπων της ζωής μου και δέκα κούτες βιβλία.
Έλα και πάρτα. Θα σου αφήσω ξεκλείδωτα. Μα πριν τα “σκοτώσεις” στο Μοναστηράκι, κάνε τον κόπο κι άνοιξε κανένα. Η γνώση πάντα βοηθά τον άνθρωπο στα μεγάλα του σκοτάδια.
Όσο για μένα, αν είναι να τα διαβάσεις, σου τα χαρίζω.

Πηγή