Connect with us

Όμορφος Κόσμος

Η αγάπη θαναι πάντα το θαύμα των Χριστουγέννων.

Published

on

Μοιραστείτε το με τους φίλους σας

Της Δικαίας Μαραβέλια.

Ήταν έτοιμη από ώρα. Είχε επιμεληθεί με μεγάλη προσοχή τα ρούχα και το μακιγιάζ της, άλλωστε αυτό το έκανε κάθε μέρα.
Σήμερα, όμως, ήθελε να είναι εκθαμβωτική!
Σε λίγες ώρες θα βρισκόταν σε χριστουγεννιάτικο ρεβεγιόν λίγο αλλιώτικο από αυτά που είχε συνηθίσει τόσα χρόνια.
Ένα φόρεμα σε ίσια γραμμή από μαύρο βελούδο μέχρι το γόνατο, μαύρες γόβες που αναδείκνυαν τα καλλίγραμμα πόδια της και μόνο ένα αξεσουάρ, σκουλαρίκια από ροζ μαργαριτάρια.
Ένας ανέμελος κότσος και πολύ απαλό μακιγιάζ ήταν αρκετό για εκείνη που το μόνο στολίδι που τη φώτιζε ήταν το χαμόγελό της.
Η ζωή της ήταν από αυτές που τις λέμε ζηλευτές. Όμως αυτοί που τη γλυκοκοιτούσαν δεν ήξεραν ότι εκείνη ήθελε το λίγο της δικιάς τους.
Όμορφη ήταν, επιτυχημένη στην δουλειά της ήταν, από τις λίγες δικηγόρους που το όνομά της και το νεαρό της ηλικίας της έκανε τον κύκλο των ομοίων της να θορυβηθούν.
Είχε σχέση με ένα νέο ψυχολόγο χρόνια μεγαλύτερο της, τα όνειρα απλωμένα στα πατώματα, για τέτοια πληθώρα συναισθημάτων μιλάμε…
Η ευτυχία σε όλο της το μεγαλείο ήταν οι δυο τους όταν βρίσκονταν στον ίδιο χώρο.
Σήμερα θα συναντιόνταν λίγο μετά το ρεβεγιόν.
Η Αλεξάνδρα είχε επιλέξει να περάσει φέτος το ρεβεγιόν των Χριστουγέννων σε ένα νοσοκομείο.
Ο λόγος πολύ συγκεκριμένος και απόλυτος. Της πήρε πολλές μέρες και νύχτες αυτή η σκέψη και τώρα πια έφτασε να γίνει πραγματικότητα
Θα ήταν μια έκπληξη για όλους!
Για εκείνη ήταν κάτι τεράστιο, η λέξη που θα μπορούσε να το χαρακτηρίσει όλο αυτό ήταν μια: Ολοκλήρωση!
Δεν ήθελε να οδηγήσει. Δεν μπορούσε να οδηγήσει έτσι κάλεσε ένα ταξί. Έριξε μια τελευταία ματιά στον καθρέφτη και κατέβηκε στην είσοδο να περιμένει το μεταφορικό της μέσο.
Η αλήθεια είναι πως σπάνια έπαιρνε ταξί. Γενικά τη φόβιζε τι άνθρωπο θα συναντούσε εκεί μέσα. Συνήθως ήταν αμίλητη ή συνομιλούσε με κάποιο δικό της στο κινητό.
Όταν αντίκρισε γυναίκα οδηγό αισθάνθηκε πολύ άνετα, παρόλα αυτά κάθισε στο πίσω μέρος του ταξί, πίσω από τη θέση του συνοδηγού.
Η μικρή βαλίτσα που κρατούσε στάθηκε αφορμή για την αρχή μιας συζήτησης με την νεαρή γυναίκα οδηγό.
«Ταξίδι ε; Αεροδρόμιο πάμε;»
«Όχι, στο νοσοκομείο Αλεξάνδρα, παρακαλώ».
Πέρασαν λίγα λεπτά αμήχανης σιωπής και η άγνωστη γυναίκα απάντησε:
«Τέτοιες μέρες εύχομαι να είναι μόνο για καλό αυτή η επίσκεψη γλυκιά μου». Λίγο πιο κάτω μία νεαρή γυναίκα έκανε οτοστόπ.

«Να την πάρουμε ρώτησε η οδηγός;»

«Φυσικά μέρα που είναι» απάντησε η Αλεξάνδρα.

«Σας ευχαριστώ πολύ είπε η γυναίκα μόλις μπήκε στο ταξί».
Η Αλεξάνδρα ήταν κουμπωμένη, όμως η γλυκύτητα στη φωνή και το χαμόγελό της την κέρδιζαν όσο περνούσε η ώρα.

«Θα κάνουμε μια στάση στο νοσοκομείο Αλεξάνδρα και μετά μου λέτε που σας πάω» είπε η οδηγός.

«Συγνώμη που γίνομαι αδιάκριτη, μα τέτοια μέρα στο νοσοκομείο;»
«Ξέρεις θα σου πω τον λόγο για τον οποίο πηγαίνω στο νοσοκομείο τέτοια μέρα και ώρα. Είσαι η πρώτη που το μαθαίνει».
«Αυτό είναι τιμή μου, με λένε Μάρθα και δεν ξέρω συνήθως δεν πιάνω κουβεντούλα με αγνώστους, ξέρεις ο καθένας έχει τις σκοτούρες του, αλλά εσύ έχεις πολύ θετική αύρα κορίτσι μου. Αλήθεια μπορώ να μάθω το όνομα σου;»
«Αλεξάνδρα με λένε, Αλεξάνδρα».
« Χάρηκα που σε γνώρισα Αλεξάνδρα με προορισμό το Αλεξάνδρα, εύχομαι να είναι μόνο για καλό».
«Άκου λοιπόν και πες μου τη γνώμη σου μετά από αυτά που θα ακούσεις.
Πριν δύο χρόνια γνώρισα ένα νεαρό ψυχολόγο, υπέροχο άνθρωπο εσωτερικά και εξωτερικά.
Τους τελευταίους μήνες σκεφτόμαστε να παντρευτούμε. Όμως υπάρχει κάτι που ο Γιάννης δεν ξέρει. Έχει πει κατά καιρούς όμως ότι θα έκανε τα πάντα για μένα. Αυτό το κάτι που δεν ξέρει είναι ότι εγώ στις τελευταίες μου εξετάσεις ανακάλυψα ότι δε θα μπορέσω να γίνω μάνα ποτέ. Δε θα μπορέσω να γεννήσω το παιδί του. Είμαι… στείρα».
Μια εκκωφαντική σιωπή ενοχλούσε τα αυτιά τους. Ένα βουβό κλάμα ήρθε να την διακόψει.
Η κοπελα δεν μπορούσε να σταματήσει τα δάκρυα της.Η οδηγός του ταξί είχε βάλει μουσική δεν ήθελε να νομίζουν ότι της κρυφάκουγε.
«Δύο λεπτά σε παρακαλώ, δύο λεπτά να ηρεμήσω».
«Τι έγινε; Είπα κάτι που σε στεναχώρησε; Πες μου, αισθάνομαι άσχημα τώρα».
«Θα σου πω, αφότου τελειώσεις αυτό που μου έλεγες».
«Σίγουρα  θες να συνεχίσω;»
Ένα νεύμα με το κεφάλι ήταν η απάντηση στην ερώτηση της Αλεξάνδρας.
«Αποφάσισα λοιπόν να υιοθετήσω ένα παιδί. Υπάρχουν τόσα παιδιά στα αζήτητα… Μα πώς μπορούν να αφήνουν παιδιά στα αζήτητα;
Τέλος πάντων, αυτό είναι μια πονεμένη ιστορία και δεν είναι της παρούσης. Κατάλαβες τώρα γιατί αυτός ο προορισμός;
Άρα είναι για καλό όπως λες και εσύ. Συμφωνείς;»
Η Μάρθα έκλαιγε, έκλαιγε και πονούσαν τα σωθικά της. Θυμόταν και θύμωνε με τον εαυτό της. Όμως δεν μπορούσε να γυρίσει τον χρόνο πίσω ούτε μπορούσε να αλλάξει αυτό που έζησε.
«Ο καλύτερος λόγος που θα μπορούσε να ακούσει κανείς» είπε με φωνή που ίσα έβγαινε από το στόμα της. Καθώς έβγαινε η κουβέντα, έμπαινε στην θύμησή της η εικόνα της, να την κράτα αγκαλιά και να την αφήνει στο κρύο άψυχο κρεβατάκι του νοσοκομείου Αλεξάνδρα στην αίθουσα των νεογνών. Έπειτα να φεύγει σαν τον κλέφτη αφήνοντας πίσω ότι πιο πολύτιμο της είχε δώσει ποτέ η ζωή. Τη ζωή της.
Η Αλεξάνδρα κατάλαβε ότι κάτι συμβαίνει με την Μάρθα. Όμως δεν ήθελε να τη φέρει κι άλλο σε δύσκολη θέση. Οπότε έμεινε σιωπηλή…
Η διάθεσή της ήταν εξαιρετική, ήταν τόσο χαρούμενη που σε λίγη ώρα την κρατούσε στην αγκαλιά της. Μια κόρη, θα είχε κόρη και θα γινόταν η μάνα της!
Ναι, θα γινόταν μια υπέροχη μαμά, η καλύτερη του κόσμου. Και ο Γιάννης θα γινόταν εξαιρετικός πατέρας. Ήταν κάτι παραπάνω από σίγουρη. Τον είχε μάθει πια. Ήταν στοργικός και υπεύθυνος, τον παρακολουθούσε κάθε φορά που τύχαινε να είναι με τα ανίψια του. Τα λάτρευε τα παιδιά της αδερφής του.
Τώρα όμως θα είχαν και το δικό τους. Την όμορφη κόρη τους, θα γινόταν δηλαδή μόλις θα τους την παρουσίαζε.
Δεν μπορούσε να σκεφτεί ότι υπήρχε καλύτερο δώρο από αυτό!
«Σας παρακαλώ γίνεται να με περιμένετε για μην ψάχνω ταξί μέσα στην νύχτα; Θα πληρώσω ότι χρειάζεται».
«Βέβαια κορίτσι μου.» είπε η οδηγός.

«Μόνο που το κορίτσι που λάβαμε δεν μας είπε τον προορισμό της».

Η Αλεξάνδρα γύρισε και κοίταξε την Μάρθα.
«Φυσικά και αν θες μου λες τι είναι αυτό που σε στεναχώρησε τόσο πολύ ώστε να τρέχει από τα μάτια σου και ναι πες μας που πας.》
«Δεν ξέρω πώς να το ξεστομίσω, πίστεψέ με. Και δεν έχω συγκεκριμένο προορισμό. Μια βόλτα βγήκα να ξεσκίσω. Αλλά γίνεται της τρελής και είπα να πάρω ταξί».
«Έχεις δίκιο γίνεται της τρελής. Όμως αν μπορώ κάπου να βοηθήσω θα χαρώ να το κάνω».
«Αλεξάνδρα φαίνεται ότι η σημερινή μέρα είναι μέρα αποκαλύψεων. Πριν ακριβώς δύο μήνες έφερα στο κόσμο ένα κοριτσάκι».
Τα δάκρυα έκαναν πάλι την εμφάνιση τους, η φωνή της έσπασε και μαζί της, χωρίς να ξέρει γιατί, έκλαιγε και η Αλεξάνδρα. Κάθε φορά που κατάπινε έναν λυγμό προσπαθούσε να πει και μια ολοκληρωμένη πρόταση.
«Ο υποτιθέμενος πατέρας εξαφανίστηκε στην ανακοίνωση της εγκυμοσύνης. Έτσι από τους λαγούς και τα πετραχήλια που μου έταζε είδα μόνο να την κάνει με ελαφρά πηδηματάκια. Αποφάσισα να το κρατήσω, άλλωστε ήταν το  μωρό μου.
Μόνη είμαι, ορφανή από 17 ετών. Οι γονείς μου σκοτώθηκαν σε τροχαίο.  Από τα δεκαεπτά δουλεύω για να συντηρηθώ. Μοναδικοί συγγενείς είναι η γιαγιά μου από την μεριά του πατέρα μου και μια αδερφή της μάνας μου. Ούτε στην κηδεία των δικών μου δεν εμφανίστηκαν. Ούτε νοιάστηκαν ποτέ για το πώς ζω.
Δεν τους κρατώ καμιά κακία, εγώ πήρα τη ζωή μου στα χέρια και τη ζω.
Αυτή η εγκυμοσύνη βέβαια δεν ήταν στα άμεσα σχέδιά μου. Αλλά τι να γίνει, έτυχε και έπρεπε να τα βγάλω πέρα. Δούλευα σε ένα σούπερ μάρκετ, στο ταμείο. Ευτυχώς η δουλειά δεν είχε ζόρι όμως τα λεφτά δεν έφταναν, ξέρεις πόσα δίνουν, δε χρειάζεται να τα λέμε.
Γύρω στους οχτώ μήνες με έδιωξαν, έτσι δεν είχα από πουθενά να κρατηθώ.
Ευτυχώς υπήρχαν οι γείτονες και το συσσίτιο της ενορίας κι έτσι είχα ένα πιάτο φαΐ.
Δύσκολες μέρες, πολύ δύσκολες».
«Τον άλλον δεν το ξαναενόχλησες;»
«Όχι Αλεξάνδρα, ούτε που τόλμησα, όχι από φόβο αλλά από εγωισμό και αξιοπρέπεια. Γέννησα το μωρό μου, ακριβώς πριν δύο μήνες…»
«Μπράβο σου Μάρθα μου, έτσι όφειλες αυτό ήταν το σωστό. Όμως γιατί μιλάς στον αόριστο;»
Η σιωπή ήρθε πάλι να ουρλιάξει. Τα δάκρυα στέγνωσαν το στόμα. Ο πόνος φρέναρε τη σκέψη. Η θύμηση την έτρωγε ζωντανή.
Έπρεπε όμως να συνεχίσει την αφήγηση, το έβλεπε σαν λύτρωση, σαν εξομολόγηση.
«Μιλώ στον αόριστο γιατί το μωρό μου δεν υπάρχει πια. Αγγελάκι είναι τώρα».
Πάγωσε η Αλεξάνδρα, μα πόσο τυχαίο ήταν να πάρει αυτό το ταξί και να πάρουν με οτοστόπ τη γυναίκα και την τόσο πονεμένη ιστορία της;
Δεν ήξερε αν έπρεπε να μιλήσει. Ήθελε να την αγκαλιάσει, να την παρηγορήσει. Της άγγιξε τον ώμο απλά.
«Μάρθα, δε θέλω να χαθούμε. Θέλω να κρατήσουμε επαφή. Δεν ξέρω αν το θες κι εσύ, αλλά αν συμφωνείς θα με κάνεις πολύ χαρούμενη. Και θα αρχίσουμε από σήμερα.
Έχεις κάπου να πας μετά που θα τελειώσει η βόλτα σου; Αλήθεια που τελειώνει η βόλτα σου;»
«Βέβαια θέλω να κρατήσουμε επαφή. Και δεν έχω κανένα να με περιμένει».
«Θα έρθεις μαζί μου. Από σήμερα απέκτησες μια φίλη. Την Αλεξάνδρα, εμένα δηλαδή».
Με τις εξομολογήσεις πέρασε η ώρα και το αυτοκίνητο σταμάτησε στην είσοδο του νοσοκομείου.
Η Αλεξάνδρα έτρεμε από την χαρά της, ενώ η Μάρθα έτρεμε από τον πόνο στην ψυχή της.
Δύο γυναίκες, σε ένα νοσοκομείο. Η μία να βλέπει το μέλλον και η άλλη να μην μπορεί να ξεκολλήσει από το παρελθόν.
«Θα σε περιμένω όσο χρειαστεί Αλεξάνδρα. Θα ερχόμουν μαζί σου αλλά κατάλαβέ με είναι τόσο νωρίς».
Ακόμα μπορώ να μυρίσω τη μυρωδιά της στα χέρια μου. Ίσα τρεις ανάσες πήρε Αλεξάνδρα, τρεις!»
«Αχ, κορίτσι μου, δεν υπάρχουν λόγια παρηγοριάς για τέτοιο πόνο. Δε θα αργήσω, στο υπόσχομαι».
Άνοιξε την πόρτα, πήρε τη μικρή βαλίτσα και κατευθύνθηκε στην κεντρική είσοδο του κτιρίου.

Η Μάρθα περίμενε αμιλητη και η αγωνία ήταν τοποθετημένα στις εκφράσεις και στις κινήσεις της. Η οδηγός του ταξί δεν την ενόχλησε συνέχισε να ακούει την μουσική στο ραδιόφωνο.
Έδωσε τα στοιχεία της στη ρεσεψιόν και περίμενε την προϊστάμενη να την οδηγήσει στην αίθουσα με τα μωράκια.
Τα χέρια της τώρα ήταν ιδρωμένα και τα μάτια της βούρκωσαν, δάκρυα χαράς. Σε λίγο θα κρατούσε στην αγκαλιά της την κόρη της!
Το σκεφτόταν και το ένιωθε δικό της παιδί. Είχε αποδεχτεί ότι δε θα έφερνε ένα δικό της μωρό στο κόσμο αυτό, όμως θα μεγάλωνε μια κόρη.
Προς το παρόν θα τη φώναζε μπέμπα. Ήθελε να βρουν το όνομα που θα ταίριαζε με τον Γιάννη.
Σκεφτόταν την αντίδρασή του. Στην αρχή θα σοκαριζόταν ήταν σίγουρη. Μετά όμως θα χαμογελούσε και θα τρελαινόταν από τη χαρά του.
Όσο οι σκέψεις την απασχολούσαν, πέρασε η ώρα και η πόρτα άνοιξε σιγά σιγά. Η προΐσταμένη την κρατούσε αγκαλιά τυλιγμένη στο απαλό ροζ κουβερτάκι της. Ήταν τόσο όμορφη! Ήθελε να την κρατήσει σαν τρελή, δε χόρταινε να την κοίτα. Τα ροζ μαγουλάκια της, τα μικροσκοπικά χεράκια της, τόσο μικρή, τόσο εύθραυστη, τόσο τέλεια.
Η κόρη της!
Από τη στιγμή που θα την έπαιρνε στην αγκαλιά της όλα θα άλλαζαν. Θα γινόταν μάνα. Μπορεί η φύση να της στέρησε το δικαίωμα αυτό, όμως η ζωή είχε άλλα σχέδια.
Η προϊστάμενη της έβαλε τη μικρή στην αγκαλιά της. Εκείνη την κοιτούσε  λες και κρατούσε το πιο πολύτιμο πράγμα στον κόσμο.
Ήταν ό,τι πιο πολύτιμο, όμως, του δικού της κόσμου. Αν τη ρωτούσε πώς ένιωθε δε θα έβρισκε λόγια να απαντήσει. Δε χρειαζόταν λόγια, ήταν όλα γραμμένα στα μάτια της, στο χαμόγελό της, στο άγγιγμά της! Ήταν όλα εκείνα που δεν μπορούσε να πει και έκαναν τα μάτια της να δακρύσουν.
Πόση ευτυχία χωράει η ανθρώπινη καρδιά;
Πώς τη μετράς την ευτυχία;
Πώς την καταλαβαίνει κανείς;
Όταν η καρδιά χτυπά σαν τρελή, όταν η ανάσα βιάζεται για την επόμενη εκπνοή, όταν δεν ξέρεις τι είναι αυτό που νιώθεις, όταν το χαμόγελο φέρνει δάκρυα και πάλι χαμόγελο, όταν όλα αυτά συμβαίνουν ταυτόχρονα, τότε αυτό το λες ευτυχία!
Με έναν όρο: να νιώθεις όχι να τα νομίζεις, όχι να τα επιθυμείς απλά. Να τα νιώθεις. Και μην μπεις στο κόπο ούτε να ζυγίσεις ούτε να πεις είμαι πιο πολύ ευτυχισμένος από εσένα εγώ. Δεν υπάρχει μέτρο σύγκρισης. Γιατί η ευτυχία είναι στον αέρα. Δεν πιάνεται. Αισθήσεις θέλει για να τη βιώσεις.
Και η Αλεξάνδρα τα ένιωθε όλα ταυτόχρονα. Κάθισε σε μια καρέκλα να την απολαύσει. Στην μικρή βαλίτσα είχε όλα τα απαραίτητα της πρώτης συνάντησης, ρουχαλάκια για την πρώτη έξοδο, ότι χρειαζόταν για να την ταΐσει, μια απαλή κουβερτούλα και δώρα για τα υπόλοιπα μωράκια που θα έμεναν πίσω.
Την έντυσε προσεχτικά και την τύλιξε στο καινούργιο μπεζ κουβερτάκι της. Ήταν έτοιμες και οι δύο!
Μάνα και κόρη θα έκαναν μια εμφάνιση που θα ήταν μοναδική. Κάνεις δεν ήξερε πού ήταν η Αλεξάνδρα και κανείς δεν ήξερε τι δώρο θα τους έφερνε.
Η Μάρθα ήταν έξω και τις περίμενε. Η οδηγος είχε ανοίξει και το κλιματιστικό στο αυτοκίνητο να είναι ζεστά για το μωράκι. Η διάθεσή της Μάρθας ήταν χάλια. Όλες εκείνες οι εικόνες με τη μικρή στη δική της αγκαλιά την σκότωναν και την έκοβαν σε μικρά κομμάτια, για τόσο πόνο μιλάμε. Έκλεινε τα μάτια της αλλά εκείνες πεισματικά δεν έλεγαν να το κουνήσουν. Η μουσική πάντα την έκανε να ξεχνιέται, αλλά ούτε κι αυτή βοηθούσε αυτή την ώρα. Σκεφτόταν αυτό το αν, τι θα γινόταν αν…
Δάκρυα, μόνο δάκρυα. Δεν υπήρχε κάτι άλλο που να την κάνει να νιώσει καλύτερα.  Όταν τις είδε να είναι έτοιμες να βγουν, ένα χαμόγελο ήρθε να σβήσει τη θλίψη από τα μάτια της. Η Αλεξάνδρα χαιρέτησε την προϊστάμενη και βγήκε με τη μικρή αγκαλιά στην κρύα πόλη. Κατά την έξοδό της κοίταξε ψηλά και είπε «ευχαριστώ!»
Η Μάρθα βγήκε και άνοιξε την πόρτα του ταξί. Κοίταξε την μικρή, αχ πόσο της θύμιζε την δικιά της;
Μια σταλιά, κουκλίτσα ζωγραφιστή ήταν!
«Αχ, Αλεξάνδρα θέλω πολύ να την κρατήσω. Μπορώ;»
«Βέβαια το ρωτάς;»
Ήξερε ότι αυτό θα ή θα της καταλάγιαζε τον πόνο ή θα του έδινε τροφή. Όμως τίποτα από τα δύο δε συνέβη. Η αλήθεια είναι ότι ένιωσε κάτι διαφορετικό. Ένιωσε να την πλημμυρίζει μια ευφορία! Αυτό το μωρό είχε ιαματικές ικανότητες, γιάτρευε ψυχές.
«Θέλω να ζητήσω κάτι».
«Πες μου Μάρθα μου».
«Δεν ξέρω αν έχεις σκεφτεί νονά, αλλά θα ήθελα αν θες και εσύ να την βαφτίσω εγώ τη μικρή».
«Αυτό είναι τιμή μου. Μάλλον τιμή της. Έκλεισε, εσύ θα είσαι η πνευματική της μάνα. Από εκεί που μάνα δεν είχε, τώρα έχει δύο».

«Λοιπόν Μάρθα, έφτασε η ώρα να παρουσιάσουμε το κορίτσι μας! Είσαι έτοιμη;»
«Πανέτοιμη, φύγαμε κορίτσια!»
Η μικρή ήταν πάρα πολύ ήρεμη, καταλάβαινε ότι η Αλεξάνδρα την αγαπούσε πραγματικά.
Ακόμα και στην αγκαλιά της Μάρθας βολεύτηκε.
Οι τρεις τους ξεκίνησαν για το σπίτι των γονιών της, όπου θα την περίμενε και ο Γιάννης.
Η κίνηση είχε κοπάσει, έτσι δε θα έχαναν χρόνο στους δρόμους. Ευτυχώς η μικρή είχε πιει το βραδινό γάλα της πριν φύγουν από το νοσοκομείο.
Τώρα και οι δύο γυναίκες ήταν σιωπηλές, η Μάρθα είχε βυθιστεί στις σκέψεις της και πότε πότε της έφευγε και κανένα δάκρυ. Η Αλεξάνδρα σκεφτόταν τις αντιδράσεις των δικών της. Η αλήθεια φοβόταν λίγο. Όμως μετά κοιτούσε την κόρη της και όλοι οι φόβοι γίνονταν καπνός.

Έφτασαν στην είσοδο του πατρικού της. Η Μάρθα περίμενε τη δικιά της κίνηση και η Αλεξάνδρα περίμενε τη δικιά της προτροπή. Το κλάμα της μικρής τις έκανε τη μια να σβήσει την μηχανή κι την άλλη να ανοίξει την πόρτα.
Η πιο μεγάλη ώρα έφτασε. Την ώρα που γεννιόταν ο Χριστός, εκείνη έφερνε σαν μάγος το δώρο της ζωής στο σπιτικό τους.
Χτύπησε το κουδούν,ι ήθελε όλα να γίνουν με κάθε επισημότητα.
Η πόρτα άνοιξε, η μάνα της με ένα χαμόγελο και ματιά υγρά υποδέχτηκε το θείο δώρο. Ο πατέρας της και τα πεθερικά άργησαν λίγο να καταλάβουν τι συμβαίνει. Αυτό όμως που πάγωσε τους πάντες σαν την ξαφνική επέλαση του χιονιά ήταν η αντίδραση του Γιάννη.
«Πότε, πώς μπόρεσες;»
Βρόντηξε την πόρτα πίσω του. Δεν την κοίταξε καν στα μάτια. Αν έβλεπε τα ματάκια της δεν θα ξεστόμιζε τέτοιες λέξεις.

«Πώς μπόρεσα;» μόνο αυτό μπόρεσε να πει. Όμως δεν έκλαψε!
Θύμωσε, θύμωσε πολύ.
Ποιος θα της στερούσε το δικαίωμα να γίνει μάνα; Ήταν ο μόνος που δεν περίμενε να αντιδράσει έτσι. Απαράδεκτη συμπεριφορά για έναν ψυχολόγο.
Οι γονείς του έτρεξαν ξωπίσω του, μήπως καταφέρουν να τον πείσουν να γυρίσει πίσω. Γύρισαν πίσω με το βλέμμα της απογοήτευσης να κυριαρχεί στο πρόσωπο τους.
Γλύκανε όμως όταν αντίκρισαν τα κάστανα ματάκια και τα ροδοκόκκινα μάγουλα. Ήταν τόσο όμορφο σαν αγγελάκι.
«Κόρη μου καλορίζικο» είπε η γυναίκα που μέχρι πριν λίγο θα γινόταν πεθερά της. «Εμείς να ξέρεις είμαστε πολύ ευτυχισμένοι. Και δώσε του λίγο χρόνο. Του ήρθε ξαφνικό, θα το σκεφτεί ψύχραιμα και θα δεις θα έρθει πίσω μετανιωμένος».
«Καίτη μου!»
Δεν τη φώναζε μαμά ούτε κυρία, ήθελε να τη φωνάζει με το όνομά της.
Ο πεθερός της την έπιασε από τον ώμο σαν της έλεγε εδώ είμαι. Και ήταν όλοι εκεί εκτός από τον Γιάννη.
Η Μάρθα δεν ήξερε αν πρέπει να μιλήσει ή όχι. Ένιωσε την ανάγκη να πάρει τη μικρή αγκαλιά, να αφήσει λίγο χώρο στην Αλεξάνδρα. Και έπραξε ολόσωστα.
Η Αλεξάνδρα έτρεξε στο παιδικό της δωμάτιο. Η μάνα της την ακολούθησε.
Χτύπησε την πόρτα.
«Να μπω κόρη μου;»
«Μπες…»
Δεν ήξερε αν ήθελε να μιλήσει σε κάποιον. Δεν υπήρχαν λόγια να εκφράσει τον θυμό της. Αν τον είχε μπροστά της θα τον χαστούκιζε.
Η απομυθοποίηση του Γιάννη είχε αρχίσει. Τον δίκαζε ερήμην του και τον καταδίκαζε για κάθε λεπτό που περνούσε.  Ο κόσμος γιόρταζε τη Γέννηση του Θεανθρώπου κι εκείνη σταύρωνε τον Γιάννη με συνοπτικές διαδικασίες. Ο Πόντιος Πιλάτος παραήταν ελαστικός μπροστά της.
Όση ώρα το δικαστήριο εξελισσόταν στο κεφάλι της, η μάνα της προσπαθούσε να βρει ελαφρυντικά για την αντίδραση του Γιάννη.
Όμως εκείνη δεν άκουσε λέξη. Όσο η μάνα της μιλούσε, τόσο εκείνη τον έτρεχε προς το Γολγοθά του ολοταχώς.

Η Μάρθα, τα πεθερικά και το μωρό ήταν στο σαλόνι με τον πατέρα της. Είχε περάσει αρκετά η ώρα και ο θυμός της κόπασε λίγο. Στις εκφράσεις της έτσι έδειχνε δηλαδή, γιατί μέσα της κόχλαζε. Το κινητό της δεν είχε ούτε μήνυμα, ούτε καμιά κλήση από εκείνον.

Έφυγε σαν κυνηγημένος απ’ το σπίτι. Μάλλον προδομένος, έπρεπε να το είχαν συζητήσει πρώτα. Δεν παίρνεις ένα μωρό και το φέρνεις και λες αυτό είναι. Εξάλλου για τη ζωή του επρόκειτο. Τι ρόλο είχε στη σχέση τους;

Εντάξει καταλάβαινε ότι το να μην μπορεί να γεννήσει το δικό τους παιδί είναι τραγικό. Όμως έτσι; Στην ψύχρα, να αυτό είναι χωρίς καμία προειδοποίηση;

Σε όλες τις ερωτήσεις η απάντηση τον δικαίωνε.

Είχε πιει, ούτε κι αυτός δεν ήξερε πόσα. Όχι δεν ήταν θυμωμένος, απογοήτευση . Αυτό που ένιωθε και απαξίωση.

Η δικιά του Αλεξάνδρα έπαιξε παιχνίδι πίσω από την πλάτη του. Άσε που ήταν σίγουρος ότι όλοι οι άλλοι ήταν ενήμεροι.

Η κοπέλα στο μπαρ τον κοιτούσε επίμονα. Ήταν όμορφη και γύρω στα τρία, τέσσερα χρόνια μικρότερη του. Κάστανα μαλλιά και ματιά στις ίδιες αποχρώσεις, οι αναλογίες της ήταν για πασαρέλα. Ό,τι λάτρευε σε μια γυναίκα. Σαν την Αλεξάνδρα που σε μια στιγμή έπαψε να είναι του.

Η μικρή πήρε το θάρρος και τον ρώτησε το όνομά του. Χρειάστηκε να κάνει δύο φορές την ερώτηση, ήταν χαμένος στο κόσμο του ο Γιάννης.

«Ξέρεις είναι αγένεια να μην απαντάς» είπε η μικρή μπαργούμαν.

«Ξέρεις δεν είναι όλες οι ώρες κατάλληλες για κουβεντούλα» είπε κοφτά ο Γιάννης.

Η αλήθεια είναι ότι δεν είχε καμία διάθεση για διάλογο, άλλωστε όλη αυτή την ώρα είχε σοβαρότατο διάλογο με τον εαυτό του. Όμως η μικρή είχε θράσος περισσευούμενο και αυτός μπόλικα νεύρα για να ξεσπάσει πάνω της.

Προτίμησε να μην ξαναμιλήσει, έπινε αργά το ποτό που τον ρουφούσε σαν δίνη σε κόσμο χωρίς σκέψεις, μωρά και Αλεξάνδρες.

Η μικρή ξίνισε τα μούτρα της και αφοσιώθηκε στη δουλειά της.

Μετά από πολλά ποτήρια ουίσκι η εικόνα τους στην πόρτα τον έκανε να νιώθει κάπως παράξενα.

Άρχισε να σκέφτεται λίγο την Αλεξάνδρα.

Είχε τα δίκια της. Είχε όμως κι αυτός τα δικά του. Καταλάβαινε πόσο σκληρό είναι να μην μπορείς να κάνεις παιδί. Όμως κι αυτός το στερούσε από τον εαυτό του για να είναι μαζί της.

Ισοπαλία έβγαιναν, όμως μετά είναι και τα ματάκια που πρόλαβε να δει κλεφτά. Ήταν τόσο έντονα και αυτή η τόση δα στιγμή παραήταν αρκετή για να τον ξεζαλίσει.

Ήταν μπερδεμένος. Δεν ήξερε τι ήθελε.

Ένα κομμάτι του επιθυμούσε να τρέξει πίσω. Το άλλο όμως ήταν πολύ πληγωμένο. Η ζυγαριά του ήταν στη μέση και όλο αυτό ήταν ικανό να τον τρελάνει.

Με ένα νεύμα του παράγγειλε άλλο ένα ποτό. Το τελευταίο, είπε ψιθυριστά.

Τελικά ήξερε ακριβώς τι ήθελε. Αλλιώς δε θα χρησιμοποιούσε καμιά ζυγαριά. Αυτό το έκανε για να δώσει λίγο παραπάνω βαρύτητα στην απόφαση να ανοίξει την πόρτα και να εξαφανιστεί.

Το ήπιε μονορούφι. Τα μόνα ζυγά έφτασαν στο τέλος τους. Πλήρωσε χωρίς κουβέντα και σηκώθηκε να φύγει.

«Έχεις πιει πολύ. Μην οδηγήσεις. Αλλά αν οδηγήσεις να προσέχεις» του είπε η μικρή με ύφος δασκαλίστικο.

Γύρισε την κοίταξε. Αυτό μόνο και με βήμα γοργό κατευθύνθηκε προς την έξοδο.

Είχε κρύο πολύ έξω. Αλλά το χρειαζόταν. Ο παγωμένος αέρας που χτυπούσε στο πρόσωπό του τον έφερε αντιμέτωπο με τις αλήθειες του.

Την Αλεξάνδρα και δύο κάστανα μάτια που περίμεναν να γυρίσει και να χωθούν στην αγκαλιά του. Οι επιλογές ήταν αυστηρά δύο. Ή θα γυρνούσε πίσω ή θα εξαφανιζόταν από τη ζωή τους μια και καλή. Έβαλε μπροστά το αυτοκίνητο.

Αυτός, το τραγούδι τους να παίζει στην playlist και ένα τιμόνι.

Η Μάρθα ήταν σε άλλη διάσταση. Με τη μικρή στην αγκαλιά της ένιωθε να κολλά τα σπασμένα της κομμάτια. Κομμάτια που δε χρειάζονται κόλλα για κολλήσουν, αλλά αγάπη. Αυτό το μωρό είχε κάτι το μοναδικό. Ήταν σίγουρη ότι ο Γιάννης θα γυρνούσε. Ήταν απόλυτα σίγουρη. Η Αλεξάνδρα δεν το πίστευε, συνέχιζε να είναι μελαγχολική, κρατούσε ένα ποτήρι κρασί και περίμενε όρθια στην μεγάλη τζαμαρία. Κάπου μέσα της ήξερε ότι θα γυρίσει. Πέθαινε για να γυρίσει.

Οι παππούδες είχαν τρελαθεί με τη μικρή πριγκίπισσα. Όμως όλοι περίμεναν μια αντρική φιγούρα για να συμπληρωθεί η ζέστη εικόνα.

Της έπιασε απαλά τον ώμο και της είπε να μη βιαστεί.

«Στο λέω εγώ που από την πρώτη στιγμή είδα στα μάτια του ότι δε θα γύριζε. Θα έρθει Αλεξάνδρα, είμαι σίγουρη. Δως του λίγο χρόνο. Πρέπει να καταλάβεις ότι ήταν πολύ ξαφνικό. Για τον οποιοδήποτε θα ήταν».

«Θα του τον δώσω, για χατίρι της» είπε και έδειξε τη μικρή μπέμπα που ζητούσε την αγκαλιά της μαμάς της.

Μόλις την ακούμπησε στο σώμα της ηρέμησε και αποκοιμήθηκε. Με τα μαγουλάκια της ροδοκόκκινα και τα χειλάκια της έντονα ροζ ήταν σαν κούκλα. Μια κούκλα πορσελάνης αφημένη στα στοργική της χέρια.

«Μάρθα θα με πας σπίτι;»

«Φύγαμε κορίτσι μου».
Άλλη μια διαδρομή και θα έφταναν στο τελικό προορισμό τους, στο σπίτι τους.

Αμίλητες σε όλη την διάρκεια της διαδρομής έμειναν και οι τρεις. Η μικρή κοιμόταν στην αγκαλιά της Αλεξάνδρας ενώ εκείνη κοιτούσε αδιάφορα έξω από το παράθυρο. Η Μάρθα που η διάθεσή της έφτιαξε από την στιγμή που κράτησε την μπέμπα στα χέρια της, σιγοτραγουδούσε νέες επιτυχίες που έπαιζαν στο ραδιόφωνο. Η απόσταση από το πατρικό της στο διαμέρισμά της ήταν το πολύ ένα μισάωρο.

Τη βοήθησε να ανεβάσει το μωρό και τα πράγματά της η Μάρθα, η Αλεξάνδρα κρατούσε το κλειδί στο χέρι δεν ήθελε να χάσει χρόνο και έτσι το έψαξε όσο βρισκόταν ακόμα στο αυτοκίνητο. Μόλις έκανε την κίνηση να το βάλει στην κλειδαριά η πόρτα άνοιξε…

Κεριά αναμμένα, Χριστουγεννιάτικες μελωδίες ακούγονταν σε μια ένταση που δεν ξυπνούσαν την όμορφη πριγκίπισσα που έμπαινε στο κάστρο της, δύο ποτήρια σαμπάνια την περίμεναν σε δύο γνώριμα χέρια και το χαμόγελό του…

Αυτό το χαμόγελο που ερωτεύονταν κάθε μέρα που περνούσε πιο πολύ.

Η Μάρθα που παρακολούθησε όλη την σκηνή άφησε τα πράγματα δίπλα στην πόρτα και έφυγε εντελώς διακριτικά.

Ο Γιάννης άφησε τα ποτήρια μαζί με τα δάκρυά του που έκαναν υπομονή τόση ώρα να τρέξουν.

Μια αγκαλιά και ένα συγνώμη ήταν ότι έπρεπε να κάνει και να πει.

Καμία φορά στη ζωή αξίζει να περιμένεις έστω και αν είσαι πεπεισμένος ότι τίποτα δε θα αλλάξει. Άλλες πάλι αξίζεις να σε περιμένουν ανοιχτές αγκαλιές που χωρίς καμία δικαιολογία σε κλείνουν προστατευτικά μέσα τους.

Περι(μένω)… και υπομένω!

Όμως όλα αυτά χρειάζονται βάση και μόνο μια μπορεί αντέξει το βάρος αυτής της κατάστασης.

Η αγάπη. Η αληθινή, η ανιδιοτελής, αυτή που σέβεσαι και σε σέβεται. Αυτή που θα μηδενίσει θυμούς με ένα χαμόγελο και θα γκρεμίσει τον τοίχο της απογοήτευσης με ένα άγγιγμα.

Αυτός, αυτή και το μικρό αγγελούδι ήταν πια μια οικογένεια, από αυτές τις κανονικές. Με τις χαρές και τους καβγάδες τους, με τις λύπες και τα γλέντια τους.

Οικογένεια με φίλες καρδιάς που χρειάστηκε μια νύχτα για να γεννηθούν τέτοιες σχέσεις ζωής.

Οικογένεια… Ναι, είχαν γίνει οικογένεια.

Το διήγημα της Δ. Μαραβέλια φιλοξενείται στη Συλλογή “Για πού το έβαλες Χριστουγεννιάτικα – Το μυθιστόρημα των 17” που κυκλοφορεί από τη Νίκη Εκδοτική.

αναπνοές

What’s your Reaction?
+1
0
+1
0
+1
0
+1
0
+1
0
+1
0
+1
0

Μοιραστείτε το με τους φίλους σας
Advertisement
6 Comments

6 Comments

  1. replica rolex oyster perpetual date

    26 January 2022 at 6:49 am

    187746 976988Wonderful post, I believe website owners ought to acquire a whole lot from this web website its extremely user pleasant. 141373

  2. wow slot

    29 January 2022 at 2:46 pm

    141035 413579many thanks for telling!. Truth is typically the top vindication against slander. by Abraham Lincoln.. 745612

  3. digital transformation as a service

    11 February 2022 at 2:37 am

    181678 907893I like this internet site very much so much superb details. 158657

  4. sbo

    22 August 2022 at 9:44 pm

    211332 488648Thank you for your quite great info and respond to you. 458880

  5. สล็อต pg เว็บตรง

    28 August 2022 at 6:23 am

    507145 92077Glad to be one of several visitants on this awing internet website : D. 65760

  6. ruger mark iv threaded barrel

    18 November 2022 at 3:15 pm

    162670 604446Bookmarked your wonderful web site. Fabulous work, exclusive way with words! 776277

Leave a Reply

Your email address will not be published.

Όμορφος Κόσμος

Δημήτρης Λιαντίνης: Να γελάς όταν τα πράγματα γίνονται απότομα σοβαρά.

Published

on

Μοιραστείτε το με τους φίλους σας

Κανείς δεν είναι πλούσιος αν είναι άκληρος και καμία δεν είναι ωραία όταν είναι ανόητη και κανένας δεν είναι χαρούμενος όταν είναι κακός.

Να ζεις με πλήθουσα γύρω σου τη σιωπή και τα λόγια σου, όταν χρειάζουνται, να πέφτουν μετρημένα σαν τις καμπάνες της Μεγάλης Παρασκευής…

Να γελάς όταν τα πράγματα γίνονται απότομα σοβαρά και στο βουβό σχήμα των προσώπων γράφεται μια πολύ μακρινή προσδοκία. Έτσι που να φαίνεται ότι υπάρχει το βάθος. Και να θλίβεσαι, όταν το γελοίο διατρέχοντας όλα τα στάδια έκφρασής του, φτάνει στο αδιέξοδο: ντρέπεται δηλαδή τον ίδιο τον εαυτό του.

Να σέβεσαι ένα δέντρο περισσότερο από ένα βιβλίο. Ακόμη και όταν το τελευταίο είναι οι Ωδές του Κάλβου. Κι αν δεις ένα μικρό μυρμήγκι να τραβάει στη δουλειά του, είναι χρήσιμο να συλλογιστείς ότι το έργο που κάνει δεν είναι μικρότερο από μια σπουδαία αγόρευση του μεγάλου Βενιζέλου στη Βουλή.

Πάντα να τρως την ώρα που λησμόνησες πως πεινάς.

Γεννιόμαστε μέσα στην υποκρισία, μεγαλώνουμε μαζί της, την σπουδάζουμε με ζήλο, την διδάσκουμε με φανατισμό. Και όταν πεθαίνουμε, την αφήνουμε τρίτη Διαθήκη στα παιδιά μας.

Ο προσωκρατικός αιώνας, είναι η αψηλότερη στιγμή της ανθρώπινης συνείδησης.

Όταν κοιτάζεις τα βουνά -τον Ταύγετο, τον Ακροκόρινθο, το Δρίσκο- και κουβεντολογάς μαζί τους, να μην απορείς που δεν σου αποκρίνονται. Η σιωπή τους είναι τα λόγια όλων εκείνων που τα κοίταξαν πριν από σένα.

Από την κλασσική Ελλάδα οι άνθρωποι πήραν όσα δεν κατάλαβαν.

Εάν o ευρωπαϊκός μηδενισμός σημαίνει την άρνηση και την παρακμή, τον εκφυλισμό, τη σήψη, τη φθορά, και την απαισιοδοξία, το πνεύμα του Νίτσε είναι σε όλα αυτά το ακριβώς αντί­θετο. Το γεγονός ότι του φόρτωσαν ο,τι ακριβώς δεν έχει, και ο,τι καταμήνυσε στους άλλους, πηγάζει από την ψυχολογία του κλέφτη, που φωνάζει για να φοβηθεί ο νοικοκύρης.

Κανένας σοβαρός μελετητής του κλασικού κόσμου δεν θά ‘χε να δείξει κάποιον άνθρωπο ή λαό που κλείστηκε στον λαβύρινθο της απελπισίας και πάλεψε τον Μινώταυρο του ανθρώπινου πόνου, ηρωικότερα και σεμνότερα από τους Έλληνες.

Οι πλούσιοι ποτέ δεν ρωτούν, αν αξίζουν εκείνο που κατέχουν. Οι πένηντες ποτέ δεν στοχάζουνται, τι είναι εκείνο που ζητούν.

Η εικόνα της ταφής ενός ακαδημαϊκού με στεφάνια, επικήδειους, βιβλία συλλυπητηρίων κλπ, είναι διαφορετική από την εικόνα μιας μανιάτισσας που μοιρολογεί τον άντρα της. Η ευαισθησία του λαού είναι άλλο πράγμα από την υπεροψία των διανοουμένων.

Χωρίς λίγη ανταρσία στο αίσθημα, λίγη τρέλα στο μυαλό, λίγον ίλιγγον που φέρνουν τα κοφτερά βράχια και τα φωτερά μετέωρα, χωρίς κάποιους οραματικούς σπασμούς και μερικές ενδείξεις μοναχικού παραμιλητού, δεν είναι εύκολο να ξεμακρύνει κανείς από την πεπατημένη.

Όταν δεν υπάρχει γύρω μας τίποτα το αληθινό, πως να υποψιαστούμε ότι όλα είναι ψεύτικα;

Πηγή

What’s your Reaction?
+1
0
+1
0
+1
0
+1
0
+1
0
+1
0
+1
0

Μοιραστείτε το με τους φίλους σας
Continue Reading

Όμορφος Κόσμος

Πώς το Φενγκ Σούι θα σε βοηθήσει να πετύχεις όσα θέλεις στη ζωή.

Published

on

Μοιραστείτε το με τους φίλους σας

Πως μπορούμε να διαμορφώσουμε το χώρο μας έτσι ώστε να διώξουμε την αρνητική ενέργεια και να πετύχουμε αυτά που θέλουμε στη ζωή μας.

Αν θέλετε και εσείς να καλυτερέψετε την καθημερινότητα σας, τόσο στην προσωπική όσο και στην επαγγελματική σας ζωή δεν έχετε παρά μόνο να αλλάξετε στο χώρο σας μερικά πράγματα που πολλές φορές μπλοκάρουν τη θετική ενέργεια.

 1) Η είσοδος του σπιτιού μας, είναι το πρώτο πράγμα που έρχεται σε επαφή κάποιος όταν έρχεται επίσκεψη στο σπίτι μας. Έτσι λοιπόν, πρέπει να έχουμε μία περιποιημένη αυλή η οποία είναι ευχάριστη στο μάτι, διότι με αυτό τον τρόπο προσελκύουμε τα θετικά πράγματα στη ζωή μας, επιλέξτε έντονα χρώματα όπως για παράδειγμα το κόκκινο για μία ελκυστική αυλή.

2) Πρέπει να ξεφορτωθούμε τα αντικείμενα κάτω από το κρεβάτι μας που δημιουργούν ακαταστασία. Ένας καλός ύπνος είναι το κλειδί για μία καλή μέρα και μία καλή ζωή, γι’ αυτό το κρεβάτι μας πρέπει να μην έχει πράγματα από κάτω του για να έχουμε μία καλή ενέργεια στο χώρο μας.

3) Οι καθρέφτες είναι ένα διακοσμητικό που όλοι επιλέγουμε για να ομορφύνουμε το χώρο μας και γιατί φυσικά είναι χρήσιμοι καθημερινά για να βλέπουμε τους εαυτούς μας. ΄Όμως προσοχή, ένας καθρέφτης που μας «κόβει» στη μέση εκπέμπει αρνητική ενέργεια, το ίδιο και ένας vintage καθρέφτης ο οποίος παρόλο που μπορεί να αποτελέσει ένα ωραίο διακοσμητικό έχει ως αποτέλεσμα πολλές φορές να μην συμβαίνουν ξεκάθαρα ή ολοκληρωμένα πράγματα στη ζωή μας αν αυτός ο καθρέφτης δεν έχει μία καθαρή εικόνα.

4) Το γραφείο, το κρεβάτι και οι καρέκλες που συνηθίζουμε να καθόμαστε στο χώρο μας, πρέπει να είναι με τέτοιο τρόπο τοποθετημένα ώστε να έχουμε πλήρη έλεγχο του δωματίου. Αφήστε την πλάτη σας να κοιτάει την πόρτα και επικεντρωθείτε στον έλεγχο του δωματίου σας.

5) Το τελευταίο και πιο σημαντικό απ’ όλα είναι να έχετε ένα χώρο καθαρό από σκόνη και περιττά αντικείμενα. Πετάξτε αντικείμενα που δεν χρησιμοποιείτε, ρούχα που δεν φοράτε, ηλεκτρονικές συσκευές τις οποίες τόσα χρόνια τις έχετε και απλά πιάνουν χώρο. Όταν ελευθερώσετε το χώρο σας από τα περιττά αντικείμενα, στέλνετε μήνυμα στο σύμπαν πως είστε έτοιμοι και αναζητάτε κάτι καινούργιο, πως εμπιστεύεστε το σύμπαν και αναμένετε αυτό που είναι έτοιμο να σας προσφέρει.

What’s your Reaction?
+1
0
+1
1
+1
0
+1
0
+1
0
+1
0
+1
0

Μοιραστείτε το με τους φίλους σας
Continue Reading

Όμορφος Κόσμος

Η αγκαλιά είναι ένα από τα πιο καταπληκτικά πράγματα που η φύση σχεδίασε για μας.

Published

on

Μοιραστείτε το με τους φίλους σας

Κάθε άνθρωπος έστω και για μια φορά στη ζωή του έχει βιώσει την έντονη επιθυμία να αγκαλιάσει κάποιον. Αυτή η ανάγκη μπορεί να προκληθεί είτε από αγάπη, είτε από αίσθημα άνεσης με κάποιον είτε από μοναξιά.

Είναι γεγονός ότι η αγκαλιά ενισχύει τις σχέσεις μας. Έχει πέρασε από το μυαλό σας ότι ίσως υπάρχει επιστημονική εξήγηση γι ‘αυτό; Λοιπόν, υπάρχει!

Οι ορμόνες στο σώμα μας ξέρουν τι κάνουν.

Οι αγκαλιές διεγείρουν την παραγωγή της ωκυτοκίνης, η οποία μερικές φορές αναφέρεται ως “συγκόλλητική ορμόνη” επειδή μας δίνει την αίσθηση της ενσυναίσθησης, της εμπιστοσύνης, της σεξουαλικής επιθυμίας και ένα σωρό άλλων συναισθημάτων που προκαλεί μια υγιής σχέση.

Διαβάστε παρακάτω για να μάθετε περισσότερα σχετικά με τους λόγους για τους οποίους η αγκαλιά είναι ότι καλύτερο για την ευεξία μας:

1. Ενισχύει το συναισθηματικό δεσμό και την αγάπη

Οι αγκαλιές δημιουργούν ένα άνετο περιβάλλον για επικοινωνία – κάτι σημαντικό που έχουμε την τάση να παραμελούμε. Η επικοινωνία είναι το θεμέλιο για την οικοδόμηση της εμπιστοσύνης και η εμπιστοσύνη είναι το κλειδί για μια υγιή σχέση. Η αγκαλιά είναι απλά ένας τρόπος για να ξεφύγουμε από τη φασαρία της καθημερινότητας, ενώ βρισκόμαστε στην αγκαλιά του αγαπημένου μας. Μας δίνει την ευκαιρία να επικεντρωθούμε σε όλα τα θετικά συναισθήματα που μπορούμε να βιώσουμε μαζί.

2. Βελτιώνει τη σεξουαλική ζωή

Οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι τα φιλιά και οι αγκαλιές μετά το σεξ είναι σημαντικά για τους εταίρους ώστε να αισθάνονται πιο ευτυχισμένοι και ικανοποιημένοι. Αυτό έχει μεγάλη σημασία για τα ζευγάρια με παιδιά, για τα οποία το ειδύλλιο δεν μπορεί πλέον να αποτελεί την ύψιστη προτεραιότητα. Λίγος χρόνος για χάδια, φιλιά και συζήτηση μετά το σεξ έχει αποδειχθεί ότι αυξάνει την ικανοποίηση της σεξουαλικής εμπειρίας. Και μην ξεχνάτε – η αγκαλιά πολύ συχνά οδηγεί σε δεύτερο γύρο!

3. Διώχνει το άγχος

Σύμφωνα με ένα πείραμα, που διεξήχθη από τη θεραπεύτρια και ερευνήτρια Beate Ditzen, η οξυτοκίνη “χτυπάει” την κορτιζόλη, την ορμόνη του στρες. Σήμερα το άγχος είναι η πιο κοινή “ασθένεια” μεταξύ των σύγχρονων ανθρώπων. Απαλλαγμένοι από τα βλαβερά συναισθήματα, μπορούμε να μειώσουμε τον κίνδυνο καρδιακής προσβολής. Έτσι, αντί να καταναλώσουμε ένα κοκτέιλ από χάπια για να αισθανθούμε καλύτερα, μπορούμε απλά να πάρουμε κάποιον που αγαπάμε μια αγκαλιά.

4. Ανακουφίζει από τον πόνο

Ας πάμε πίσω όταν ήμασταν μικρά παιδιά. Θυμάστε, όταν χρειαζόμασταν κάποιον να μας φιλάει και να μας αγκαλιάζει όταν παθαίναμε κάτι; Τότε πιστεύαμε στη μαγική δύναμη των μαμάδων και μπαμπάδων που μπορούσε να πάρει μακριά τον πόνο. Τώρα πιστεύουμε στην μαγική δύναμη της ωκυτοκίνης. Η ορμόνη που μας κάνει να αισθανόμαστε καλά έχει αποδειχθεί ότι απαλύνει τον πόνο, οπότε μια καλή δόση αγκαλιάς μπορεί πραγματικά να κάνει σωματικό πόνο να εξαφανιστεί ή τουλάχιστον να τον κάνει πολύ πιο υποφερτό.

5. Ενισχύει το ανοσοποιητικό σύστημα

Υπάρχει ένας ισχυρός δεσμός μεταξύ του εγκεφάλου και του ανοσοποιητικού συστήματος, και ως εκ τούτου ό,τι υπάρχει στο κεφάλι μας επηρεάζει την υγεία μας θετικά ή αρνητικά. Σύμφωνα με την Shara Cohen το να παραμένουμε ήρεμοι, αισιόδοξοι, το να εκφράζουμε τα συναισθήματά μας και το να έχουμε στενές προσωπικές σχέσεις αποτελούν πολύ καλούς τρόπους για να ενισχύσουμε το ανοσοποιητικό μας σύστημα και να διατηρήσουμε μια καλή υγεία. Τα καλά νέα είναι ότι η αγκαλιά μπορεί να μας δώσει τα ίδια αποτελέσματα. Εμείς το μόνο που χρειάζεται να κάνουμε είναι μια αγκαλιά!

6. Μας βοηθά να κοιμηθούμε

Όπως έχουμε ήδη πει, η ωκυτοκίνη αντιμετωπίζει τις συνέπειες της κορτιζόλης (η ορμόνη του στρες). Έτσι λοιπόν όταν απελευθερώνεται στον εγκέφαλο προωθεί την ποιότητα του ύπνου μας διότι η απελευθέρωση της στον οργανισμό μας έχει σαν αποτέλεσμα μας κάνει να αισθανόμαστε πιο ήρεμοι και γαλήνιοι.

7. Μειώνει τις κακές συνήθειες

Σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες, μια άλλη ενδιαφέρουσα επίδραση της ωκυτοκίνης είναι η ικανότητά της να μειώνει την επιθυμία για τρόφιμα, ναρκωτικά, αλκοόλ και άλλα οπιοειδή. Η αγκαλιά μπορεί να μας αποτρέψει από μια νυχτερινή επίσκεψη στο ψυγείο. καθώς και από άλλες κακές συνήθειες.

Η αγκαλιά είναι ένα από τα πιο καταπληκτικά πράγματα που η φύση σχεδίασε για εμάς… και δεδομένου ότι αυτό το άρθρο τελειώνει κάπου εδώ, ήρθε μάλλον η ώρα να πάρετε κάποιον αγκαλιά!

Πηγή

What’s your Reaction?
+1
0
+1
0
+1
0
+1
0
+1
0
+1
0
+1
0

Μοιραστείτε το με τους φίλους σας
Continue Reading

Trending